- Φλομπέρ, Γκιστάβ
- (Flaubert, Ρουάν 1821 – Κρουασέ, Ρουάν 1880). Γάλλος συγγραφέας. Άρχισε νεότατος να γράφει, επειδή τον ωθούσε μια πρόωρη αγάπη για το θέατρο, για το οποίο άφησε μερικά ημιτελή ή μέτριας αξίας έργα, αν εξαιρέσουμε τον Υποψήφιο (που ανεβάστηκε το 1874), μια βίαιη επίθεση εναντίον του πολιτικού κόσμου, που δεν σημείωσε επιτυχία. Ύστερα από μια σοβαρή αρρώστια των νεύρων υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τις νομικές του σπουδές και να αποσυρθεί στο οικογενειακό κτήμα του Κρουασέ, από το οποίο σπάνια απομακρυνόταν και όπου έζησε μια ήρεμη ζωή, αφιερωμένη στο γράψιμο. Άφησε περιορισμένο αριθμό έργων, το καθένα από τα οποία όμως μας προσφέρει το μέγιστο των δυνατοτήτων του συγγραφέα, γιατί όλα είναι καρπός μακράς, συνειδητής και αυστηρής εργασίας, σκέψης και μελέτης. Γι’ αυτό, προκειμένου να καταγράψουμε τη χρονολογική σειρά τους, πρέπει vα αναφερθούμε στη χρονολογία που συνέλαβε την ιδέα τους. Έπειτα από τα πρώτα νεανικά του έργα, που έμειναν ημιτελή, μεταξύ του 1843 και του 1845 άρχισε να ασχολείται με το πρώτο σχεδίασμα του μυθιστορήματος Η αισθηματική αγωγή, που δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του. Για το θέμα ενδιαφέρθηκε τόσο πολύ, ώστε πολλά χρόνια αργότερα, ασχολήθηκε πάλι με αυτό. Μεταξύ 1863-69 έγραψε το δεύτερο κείμενο της Αισθηματικής αγωγής, που πολλοί κριτικοί το θεωρούν ως το καλύτερο βιβλίο του. Και είναι ασφαλώς το πιο μοντέρνο σε σύλληψη: ο συγγραφέας, με φόντο το Παρίσι των μέσων του αιώνα, αναπλάθει τα αισθήματα, τις ψυχικές καταστάσεις, τις αόριστες επιθυμίες των νεανικών του χρόνων και την αποτυχία ενός φανταστικού και όχι πρακτικού πνεύματος, που χάνεται μέσα σε άλλες καταστάσεις. Ένας πίνακας του Μπρέγκελ που είδε στην Γένοβα του έδωσε το θέμα για τον Πειρασμό του αγίου Αντωνίου (1874), που άρχισε να γράφει το 1856-57 και τελείωσε το 1871-72· στο φιλόδοξο αυτό έργο ο Φ. βλέπει στον άγιο τον άνθρωπο που είναι εκτεθειμένος σε όλα τα είδη των πειρασμών του πνεύματος και της σάρκας. Το 1847 έκανε μια μεγάλη εκδρομή πεζός στη Βρετάνη με τον φίλο του Μαξίμ Ντι Καν. Στον γυρισμό έγραψαν μαζί, μοιράζοντας τα κεφάλαια, ένα είδος ταξιδιωτικών εντυπώσεων με τον τίτλο Μέσα από χωράφια κι αμμουδιές (1885). Η ωφέλεια και η ευχαρίστηση που του έδωσε η εκδρομή αυτή τον έπεισαν να επιχειρήσει ένα άλλο μακρινότερο ταξίδι στην Ανατολή, μεταξύ 1849 και 1851, πάντα με τη συντροφιά του Ντι Καν. Στο ταξίδι αυτό γεννήθηκε το πρώτο σχεδίασμα της Μαντάμ Μποβαρί (1857) που, όταν πρωτοδημοσιεύτηκε στη Revue de Paris, προκάλεσε την παραπομπή του συγγραφέα σε δίκη για προσβολή της ηθικής και της θρησκείας. Ο Φ. κέρδισε τη δίκη, αλλά πικράθηκε πολύ από την υποδοχή που είχε το έργο του. Περιστρέφεται ολόκληρο γύρω από το πρόσωπο μιας νέας γυναίκας, που ανήκει στην αστική τάξη της επαρχίας, μιας γυναίκας ανικανοποίητης και απογοητευμένης από μια πραγματικότητα που αποκαλύπτεται κατώτερη από τη φαντασία. Συγχρόνως με την πικρή αυτή ανάλυση της εποχής του ο Φ. άρχισε τη Σαλαμπό (1862), ένα μυθιστόρημα τοποθετημένο στην αρχαία Καρχηδόνα. Στο έργο αυτό, περισσότερο από τα άλλα, η πολυμάθεια του διακρίνεται μέσα από τις εικόνες και από την αναζήτηση ενός τέλεια απρόσωπου ύφους.
Τα Τρία διηγήματα (1877) σημείωσαν επιτυχία κυρίως μεταξύ των νέων της νατουραλιστικής τάσης· σε αυτά περιλαμβάνονται: Μια απλή καρδιά, Ηρωδιάδα και Ο θρύλος του αγίου Ιουλιανού του Φιλόξενου, τα οποία εμπνεύστηκε από τα βιτρό της μητρόπολης της Ρουάν. Τα τελευταία χρόνια άρχισε να γράφει ένα έργο με χιουμοριστική διάθεση, μια χοντρή σάτιρα της αστικής νοοτροπίας και της θετικιστικής επιστημοκρατίας, που παρουσιάζει, μέσα από δυο ήρωες γκροτέσκ, τους Μπουβάρ και Πεκισέ (1881)· το έργο δημοσιεύτηκε ημιτελές μετά τον θάνατό του. Νέο φως στην προσωπικότητά του έριξαν οι τέσσερις τόμοι της Αλληλογραφίας (1884-94) και μια σειρά έργων που δημοσιεύτηκαν επίσης μετά τον θάνατό του και από τα οποία αναφέρουμε Τα απομνημονεύματα ενός τρελού (1910), που είχε γράψει από το 1837, και το καυστικό Λεξικό των καθιερωμένων ιδεών (1913).
Συχνά λέγεται πως ο Φ. αποτελεί τη γέφυρα μεταξύ του ρομαντισμού και του νατουραλισμού. Ένα μέρος του έργου του συνεχίζει, όχι μόνο με βάση τις χρονολογίες, αλλά και με την εκλογή των ηρώων και των κοινωνικών κύκλων, τη γραμμή που είχαν χαράξει ο Σαντάλ, ο Μπαλζάκ, ο Ουγκό, αλλά ο Φ. ξεχωρίζει από τους ρομαντικούς με το οξύτατο αίσθημά του της μορφής. Σε εκείνον το ύφος γίνεται ένας σκοπός που επιδιώκεται επίμονα. Επειδή γαλουχήθηκε με τον ρομαντισμό, ο Φ. αισθάνθηκε τα προβλήματα της εποχής του, αλλά μπόρεσε να διακρίνει και τις αδυναμίες της, μεταξύ των οποίων κυρίως την τάση για τον αυτοσχεδιασμό, τη συχνή έλλειψη πνευματικής προετοιμασίας, την υπερβολική υποκειμενικότητα και την τάση για την αυτοβιογραφία, την υπερτίμηση της φαντασίας έναντι της λογικής, το ταραγμένο πάθος. Θέλησε και κατόρθωσε να αντιδράσει στις αδυναμίες αυτές, επιμελούμενος εξαιρετικά κάθε εκφραστική λεπτομέρεια, επιμένοντας σε ένα γράψιμο όσο ποτέ απρόσωπο, αποφεύγοντας τον λυρισμό χάρη της ειρωνείας. Μολονότι η ανατροφή του, το περιβάλλον του, η ζωή που ζούσε ήταν βαθύτατα αστικές, μισούσε πάντα την αστική ηθική και νοοτροπία και πάντοτε έφερε στο φως την αθλιότητα της.
Ο μεγάλος Γάλλος πεζογράφος Γκιστάβ Φλομπέρ σε προσωπογραφία του συμπατριώτη του Ζιρό.
Dictionary of Greek. 2013.